Επιστήμονες της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), παρουσίασαν για πρώτη φορά έναν κατάλογο με όλα τα μικρόβια και τους μύκητες που βρέθηκαν στις εσωτερικές επιφάνειες του Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού (ISS), όπου ζουν σήμερα έξι αστροναύτες. Η μελέτη γύρω από τα μικρόβια και τους μύκητες του διαστήματος αναμένεται να βοηθήσει ώστε να λαμβάνονται καλύτερα μέτρα προστασίας, για την διασφάλιση της υγείας των αστροναυτών που θα συμμετέχουν σε μελλοντικές διαστημικές αποστολές.
Για την ολοκλήρωση της έρευνάς τους με σκοπό τη δημιουργία ενός «χάρτη» του διαστημικού μικροβιώματος, οι επιστήμονες με επικεφαλής τον δρα Κασθούρι Βενκατεσγουαράν του Εργαστηρίου Αεριώθησης (JPL) της NASA έλαβαν δείγματα από διάφορα σημεία του Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού (τουαλέτα, παράθυρα, γυμναστήριο, τραπέζι φαγητού, καταλύματα ύπνου κ.α.) σε χρονικό διάστημα 14 μηνών.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι, τα μικρόβια του ISS σε μεγάλο βαθμό έχουν σχέση με τους ανθρώπινους οργανισμούς. Τα πιο κοινά από αυτά είναι τα βακτήρια του σταφυλόκοκκου (26% του συνόλου). Ακολουθούν τα Pantoea (23%) και οι βάκιλοι (11%).
Μεταξύ άλλων, οι επιστήμονες εντόπισαν τον χρυσίζοντα σταφυλόκκοκο (10%), έναν κοινό μικροοργανισμό που ζει στο ανθρώπινο δέρμα και μέσα στη μύτη, καθώς και εντεροβακτήρια του ανθρώπινου γαστρεντερικού συστήματος. Το γεγονός ότι βακτήρια σαν και αυτά βρίσκονται σε αφθονία στη Γη οδήγησε τους ειδικούς στο συμπέρασμα ότι ο ISS μοιάζει αρκετά με άλλα κλειστά περιβάλλοντα, στα οποία ζουν οι άνθρωποι. Η ερευνήτρια δρ Τσενσίνσκα Σίλαφ δήλωσε: «Είναι άγνωστο κατά πόσο αυτά τα οπορτουνιστικά βακτήρια μπορούν να προκαλέσουν αρρώστιες στους αστροναύτες. Αυτό θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες, όπως η υγεία κάθε αστροναύτη και το πώς οι ίδιοι οι μικροοργανισμοί λειτουργούν στο διαστημικό περιβάλλον».
Οι επιστήμονες μελετούν ακόμη το αν και σε ποιο βαθμό τα βακτήρια που εντόπισαν, θα μπορούσαν να διαβρώσουν τον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό. Επιπλέον, η έρευνα έδειξε ότι, οι κοινότητες των μυκήτων εμφανίζουν σταθερότητα διαχρονικά, ενώ τα βακτηρίων μεταβάλλονται με την πάροδο του χρόνου.
Τα αποτελέσματα της παραπάνω μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό μικροβιολογίας Microbiome.
Στο πλαίσιο ενός άλλου πειράματος, με την ονομασία BIOMEX, που πραγματοποίησαν επιστήμονες του Γερμανικού Αεροδιαστημικού Κέντρου (DLR), διαπιστώθηκε ότι γήινοι οργανισμοί κολλημένοι στο εξωτερικό του ISS κατάφεραν να επιβιώσουν για 533 ολόκληρες μέρες, παρά τις σκληρές συνθήκες κενού του διαστήματος, της ισχυρής υπεριώδους ακτινοβολίας και των ακραίων μεταβολών της θερμοκρασίας. Η ανθεκτικότητα αυτή αυξάνει τις πιθανότητες να βρεθούν και άλλοι μικροοργανισμοί σε «εχθρικά» περιβάλλοντα (όπως στον ‘Αρη ή σε άλλα ουράνια σώματα).
Κατά το πείραμα ΒΙΟΜΕΧ (BIOlogy and Mars EXperiment) διάφοροι οργανισμοί (βακτήρια, μύκητες, φύκη, λειχήνες) εκτέθηκαν σκόπιμα από το 2014 έως το 2016 σε «αρειανές» συνθήκες στο εξωτερικό του Διαστημικού Σταθμού, ο οποίος κινείται σε απόσταση περίπου 400 χιλιομέτρων από τη Γη. Στη συνέχεια οι οργανισμοί αυτοί μεταφέρθηκαν στη Γη, ώστε να διαπιστωθεί εάν και πώς επηρεάστηκαν από την παραμονή τους στο διάστημα. Στην ανάλυση των δειγμάτων συμμετείχαν 30 ερευνητικά κέντρα σε 12 χώρες και τα τελικά αποτελέσματα παρουσιάσθηκαν στο Βερολίνο πριν από μερικές ημέρες, καθώς και σε επιστημονικά περιοδικά όπως το «Astrobiology» (Αστροβιολογία).
Ο επικεφαλής του πειράματος, αστροβιολόγος Ζαν-Πιερ Πολ ντε Βερά του Ινστιτούτου Πλανητικής Έρευνας του DLR, δήλωσε: «Μερικοί οργανισμοί και βιομόρια επέδειξαν τρομερή ανθεκτικότητα στην ακτινοβολία του εξώτερου διαστήματος και πραγματικά επανήλθαν σώοι στη Γη».
Τα αρχαιοβακτήρια, μονοκύτταροι μικροοργανισμοί με μακρά εξελικτική ιστορία τουλάχιστον τρεισήμισι δισεκατομμυρίων ετών στη Γη, αποδείχτηκαν πολύ ανθεκτικά. Ακραιόφιλοι οργανισμοί που προέρχονταν από την Αρκτική, την Ανταρκτική, τις ‘Αλπεις και τις στέπες αποδείχθηκαν επίσης πολύ ανθεκτικοί και για τον λόγο αυτό θεωρείται πιθανό τέτοιοι οργανισμοί να εντοπιστούν και σε άλλα περιβάλλοντα (εκτός Γης).
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Φωτογραφία: NASA
http://bit.ly/2JXh8SE