Kυκλοφόρησε η δεύτερη και εμπλουτισμένη με νέες μαρτυρίες, έκδοση του βιβλίου «Αιγαιοπελαγίτες Πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Παράλληλα ξεκινάει και νέος κύκλος εκδηλώσεων βιβλιοπαρουσίασης.
Ήδη έχει προγραμματιστεί παρουσίαση στο χώρο των Λιπασμάτων Δραπετσώνας την Τρίτη 19 Μαρτίου στις 10πμ με διοργάνωση του 5ου ΚΑΠΗ Κερατσινίου. Το βιβλίο είναι από τις εκδόσεις Νότιος Άνεμος, notiosanemoseditions.yahoo.gr, συγγραφέας Νάσος Μπράτσος και κεντρική διάθεση από την «Πολιτεία».
Πρόκειται για την άγνωστη ιστορία 30.000 νησιωτών προσφύγων που βρέθηκαν στην Τουρκία, στη Μέση Ανατολή και σε χώρες της Αφρικής. Η οδύσσειά τους, η οργάνωση της ζωής τους στα προσφυγικά στρατόπεδα, η εκπαιδευτική διαδικασία για τα προσφυγόπουλα, η σχέση τους με τους γηγενείς πληθυσμούς, το αντιφασιστικό κίνημα στις ένοπλες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής και ο επαναπατρισμός τους, είναι μέσα στις θεματικές του βιβλίου, μέσα από συνεντεύξεις των ίδιων τον ανθρώπων που έκαναν το προσφυγικό ταξίδι.
Eνδεικτικά αποσπάσματα από την εμπλουτισμένη ύλη:
Θεμιστοκλής Σπέης
Τρελαθήκαμε όταν οι Τουρκάλες μας έδιναν γάλα και φρούτα και σύκα, γιατί στο σχολείο μαθαίναμε ότι ήταν εχθροί μας.
Νικηφόρος Τσίγκελης
Γεννήθηκα στο Λίβανο στη Βηρυττό, στις 26 Γενάρη του 1942 και έγινε γλέντι με τη συμμετοχή Ελλήνων προσφύγων, ανάμεσά τους και αρκετοί Ικαριώτες. Είχα 14 νονούς που ήταν μέλη πληρώματος πολεμικού πλοίου. Μάλιστα το πλοίο σφύραγε τιμητικά για τη βάπτιση. Λίγο μετά, έφυγε για αποστολή, αλλά δεν πρόλαβε να πάει μακριά, καθώς χτυπήθηκε από γερμανικά αεροπλάνα και βυθίστηκε αύτανδρο. Έτσι ήμουν ίσως το παιδί με τους πιο πολλούς νονούς, από τους οποίους δεν γνώρισα κανέναν τους.
Στέλλα Λουρίδα
Ήρθε βαρκάρης και μας πήρε και μαζί μας ταξίδεψαν και άλλοι. Θυμάμαι στην παραλία ότι μας ταλαιπωρούσαν οι ψείρες και η έλλειψη νερού. Μας έπιασε φουρτούνα, η βάρκα πήγαινε με τα κουπιά και αρκετοί φοβήθηκαν ότι θα πνιγούμε. Τελικά φτάσαμε κοντά στον Τσεσμέ όπου και μας μετέφεραν τελικά και μείναμε ένα χρονικό διάστημα.
Μαρίκα Λουρίδα
Μας μάζεψε λοιπόν η Τουρκάλα, μας έδωσε γάλα και ο άντρας της μας πήγε στον Τσεσμέ. Εκεί μείναμε σε στρατόπεδο προσφύγων και με τρένο μας πήγαν στο Χαλέπι και από εκεί στη Βηρυτό, όπου και μείναμε αρκετά και μας εγκατέστησαν σε σπίτι.
Γεωργία Τσαγκά
Πληρώσαμε για ναύλα μία αγελάδα στο βαρκάρη και φύγαμε νύχτα για να μην μας εντοπίσουν οι Ιταλοί, από την περιοχή του Μηλιωπού. Ήμουν τότε τριών χρονών. Στο ταξίδι γέμισε η βάρκα νερά και αρχίσαμε και τα βγάζαμε. Φτάσαμε στον Τσεσμέ και εκεί άρχισε να δουλεύει ο πατέρας.
Φάνης Σεϊντάνης
Παίζαμε με τα μαυράκια και είχαμε καλές σχέσεις μαζί τους. Ήμασταν φίλοι με τους μαύρους, ήμασταν τέσσερα παιδιά και εγώ ο μεγαλύτερος και στο τέλος του μήνα οι υπεύθυνοι για τη λειτουργία του κέντρου προσφύγων, δεν έδιναν το προσφυγικό επίδομα στη μάνα μου γιατί μας άφηνε να κάνουμε παρέα και να παίζουμε με τους μαύρους. Οι Εγγλέζοι που έκαναν κουμάντο στους προσφυγικούς καταυλισμούς, τους σάπιζαν στο ξύλο και όταν φύγαμε για την επιστροφή, οι μαύροι ήθελαν να φύγουν μαζί μας, ήταν καλοί οι μαύροι.
Καίτη Γκρέυ
Μας έβαλαν σε τρένα, όχι για επιβάτες, αλλά για ζώα και εμπορεύματα, σε κακές συνθήκες δηλαδή, όπου εκεί στις καταστάσεις με χώρισαν από την οικογένεια που με είχε πάρει μαζί της και ταξίδεψα με άλλους πρόσφυγες,αλλά μόνη μου, μέχρι να βρεθώ στον προσφυγικό καταυλισμό των πηγών του Μωυσέως στην Αίγυπτο.
Στέλλα Πασβάνη
Ήταν και άλλες οικογένειες στο μπάρκο, που όμως δεν έγινε τη συμφωνημένα νύχτα γιατί ο βαρκάρης φοβήθηκε κάποιο ιταλικό περίπολο. Οι Ιταλοί έκαναν περιπολίες και στη στεριά και στη θάλασσα. Έτσι και εμείς και οι άλλοι μείναμε για μέρες κρυμμένοι στη σπηλιά που είχαμε πάει για να περιμένουμε την κατάλληλη στιγμή.
Με τους μαύρους είχαμε καλές σχέσεις, παίζαμε και με τα μαυράκια και εκεί έγινε άλλη μία ανατροπή στις αντιλήψεις μου, αφού διαπίστωσα πως οι μαύροι δεν τρώνε τα παιδιά, όπως μας έλεγαν για να μας φοβερίσουν πριν τον πόλεμο.
Aπόστολος Μισιρλής
Οι κραυγές έρχονταν από τη θάλασσα όπου είχε χτυπήσει το άλλο καΐκι σε ξέρα και πνίγονταν, αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να πάμε γιατί είχε φοβερή τρικυμία. Οι πιο πολλοί πνίγηκαν και σώθηκαν ελάχιστοι που τους μαζέψαμε εμείς και θυμάμαι ακόμα να στάζουν τα νερά από τα μαλλιά και τα ρούχα τους.
Πέτρος Παραδείσης
Θυμάμαι ήταν 1η Δεκέμβρη όταν ήρθε το υδροπλάνο με το Γερμανό δικαστή για να γίνει η δίκη του πατέρα μου και άλλων κρατουμένων. Τον κατηγόρησαν ότι έβγαζε αξιωματικούς από τη χώρα.Η εκτέλεση έγινε τις πρωινές ώρες της 12ης Δεκεμβρίου 1942 στη θέση Κοντάρι και είχε τόση ησυχία που ακούσαμε τους πυροβολισμούς. Ήταν 33 ετών, είχε γεννηθεί το 1909. Αρκετά χρόνια αργότερα δόθηκε το όνομά του σε ένα δρόμο.
http://bit.ly/2JXh8SE