Νέες συγκρούσεις σημειώθηκαν στη διάρκεια της νύχτας σε τρεις πόλεις της Τυνησίας μετά την αυτοπυρπόληση ενός δημοσιογράφου, ο οποίος θέλησε να καταγγείλει με τον τρόπο αυτό τις ανισότητες σε μια χώρα που έχει περιπέσει σε οικονoμικό μαρασμό παρά τα δημοκρατικά κεκτημένα της επανάστασης του 2011.
Τη Δευτέρα, μερικές ημέρες πριν από τους εορτασμούς για την όγδοη επέτειο της εξέγερσης που έθεσε τέρμα στη δικτατορία, ο Αμπντεραζάκ Ζεργκί, ένας φωτορεπόρτερ που συνεργαζόταν με ένα τοπικό ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο, αυτοπυρπολήθηκε στην Κασερίν (δυτικά), μια πόλη που βρίσκεται σε μια από τις πιο φτωχές περιοχές της χώρας.
«Για τους κατοίκους της Κασερίν που δεν έχουν τα μέσα διαβίωσης, σήμερα, θα αρχίσω μια επανάσταση», εξηγούσε ο 34χρονος άνδρας σε ένα βίντεο που ανήρτησε 20 λεπτά προτού να περάσει στην πράξη.
Το υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι προχώρησε στη σύλληψη ενός ανθρώπου που φέρεται να ενεπλάκη στην ενέργεια που κόστισε τη ζωή στον δημοσιογράφο.
Μετά τον θάνατό του, κάθε βράδυ σημειώνονται συγκρούσεις ανάμεσα σε διαδηλωτές, κυρίως νέους, και τις αστυνομικές δυνάμεις.
Η Κασερίν είναι μία από τις πρώτες πόλεις όπου είχαν ξεσπάσει στα τέλη του 2010 διαδηλώσεις κατά της αδιαφορίας των αρχών και της ενδημικής φτώχειας, διαδηλώσεις που μετατράπηκαν σε μια επανάσταση κατά της δικτατορίας.
Από τότε και παρά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, κινήματα διαμαρτυρίας σημειώνονται συχνά στην Κασερίν, οι κάτοικοι της οποίας εξακολουθούν να αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι από την κεντρική εξουσία.
Η αυτοπυρπόληση του δημοσιογράφου «είναι μια ένδειξη άρνησης μιας καταστροφικής κατάστασης και μιας περιφερειακής ανισορροπίας, ενός ισχυρού ποσοστού ανεργίας των νέων και της ανέχειας μέσα στην οποία ζουν οι συμπολίτες μας στις εσωτερικές περιοχές», γράφει σήμερα η εφημερίδα Le Quotidien.
«Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί σήμερα πως όλοι οι ηγέτες της χώρας αυτής είναι υπεύθυνοι. Υπεύθυνοι για την απόγνωση της νεολαίας μας, την απελπισία της και το αίσθημα ματαίωσής της», προσθέτει η γαλλόφωνη εφημερίδα.
Σύμφωνα με τον Μεσούντ Ρομντανί, πρόεδρο του τυνησιακού Φόρουμ οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων (FTDES), «υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στην πολιτική τάξη και στους νέους κυρίως εκείνους που ζουν μέσα στην αβεβαιότητα στο εσωτερικό της χώρας και βλέπουν ένα θολό μέλλον».
Οι κάτοικοι των υποβαθμισμένων περιοχών αισθάνονται θύματα της ‘hogra’ (περιφρόνησης, στα αραβικά) που επιμένει από την εποχή του πρώτου προέδρου της Τυνησίας Χαμπίμπ Μπουργκίμπα (1956-1987), περνάει από το καθεστώς του Μπεν Άλι και φθάνει μέχρι τις διάφορες κυβερνήσεις που τον διαδέχθηκαν μετά την επανάσταση, εξηγεί.
Η οργή της νεολαίας δεν περιορίζεται στην Κασερίν.
Βίαιες συγκρούσεις σημειώθηκαν τη νύχτα της Τρίτης προς Τετάρτη ανάμεσα σε διαδηλωτές και στις δυνάμεις της τάξης στην Τζεμπνιάνα, βόρεια της Σφαξ, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Τυνησίας (ανατολικά). Ένας αστυνομικός τραυματίστηκε.
Τουλάχιστον πέντε άνθρωποι προσήχθησαν έπειτα από ταραχές στην Τεμπούρμπα, 30 χλμ. από την Τύνιδα, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκπρόσωπος της εθνικής υπηρεσίας ασφαλείας, Ουαλίντ Κιμά.
Ο Ρομντανί προβλέπει επέκταση των κινημάτων διαμαρτυρίας και σε άλλες περιοχές δεδομένης της «απουσίας πραγματικής βούλησης των πολιτικών να ενσκύψουν στα πραγματικά προβλήματα των Τυνήσιων».
Το εθνικό Συνδικάτο Τυνήσιων Δημοσιογράφων (SNJT) κάλεσε από την πλευρά του τα μέλη του σε γενική απεργία «αξιοπρέπειας» στις 14 Ιανουαρίου, επέτειο της επανάστασης του 2011, για να διαμαρτυρηθούν κατά της καταστροφικής κατάστασης στον τομέα των ΜΜΕ ιδίως στα ιδιωτικά και της «ευάλωτης» κατάστασης ενός ικανού αριθμού δημοσιογράφων.
Οι ταραχές σε ορισμένες πόλεις της Τυνησίας σημειώνονται οκτώ χρόνια μετά την αυτοπυρπόληση, τον Δεκέμβριο του 2010, ενός νεαρού πλανόδιου μικροπωλητή στο Σίντι Μπουζίντ (κέντρο) ο οποίος διαμαρτυρόταν για τη φτώχεια και τους αστυνομικούς εξευτελισμούς. Ο θάνατός του προκάλεσε διαδηλώσεις που επεκτάθηκαν στη συνέχεα σε όλη τη χώρα και οδήγησαν στην ανατροπή του καθεστώτος του Ζιν Ελ Αμπιντίν Μπεν Άλι.
Από τότε, και αντίθετα από άλλες χώρες που επηρεάστηκαν από την Αραβική Άνοιξη, η Τυνησία παγίωσε τη μετάβασή της προς τη δημοκρατία. Οι επόμενες ελεύθερες εκλογές προβλέπεται να διεξαχθούν το 2019.
Όμως η οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται στον αναπνευστήρα. Ο πληθωρισμός και μια ανεργία γύρω στο 15% τροφοδοτούν τις κοινωνικές ταραχές και προκάλεσαν ταραχές τον Ιανουάριο.
Η πολιτική τάξη δεν μοιάζει καθόλου έτοιμη να αντιμετωπίσει αυτή την κοινωνική δυσφορία: τα «μάτια της είναι στραμμένα στις βουλευτικές και προεδρικές εκλογές του 2019 και σε τίποτε άλλο!», λέει ο Ρομντανί.
http://bit.ly/2JXh8SE