Mεγάλη σημασία για την εξέλιξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έπαιξαν οι δύο μεγάλες μάχες στο Ελ Αλαμέιν. Η πρώτη είχε γίνει το διάστημα 1 Ιουλίου – 27 Ιουλίου 1942, όπου οι συμμαχικές δυνάμεις κατάφεραν να σταματήσουν την προέλαση των δυνάμεων του Άξονα προς την Αλεξάνδρεια.
Ακολούθως στη δεύτερη μάχη από τις 23 Οκτωβρίου έως τις 4 Νοεμβρίου 1942, η συμμαχική πλευρά οδήγησε τις ναζιστικές δυνάμεις στην υποχώρηση μέχρι την Τυνησία.
Οι επιπτώσεις της εξέλιξης αυτής ήταν ότι κρατήθηκε η στρατηγικής σημασίας διώρυγα του Σουέζ και οι πετρελαιοπαραγωγικές περιοχές της Μέσης Ανατολής. Σε ένα άλλο επίπεδο, αυτό των προσφύγων πολέμου, που ανάμεσά τους ήταν και χιλιάδες Έλληνες, κυρίως νησιώτες, σταμάτησε η υπερσυγκέντρωσή τους στην Τουρκία, που είχε δημιουργήσει άθλιες συνθήκες διαβίωσης και μεγάλη θνησιμότητα και άρχισε η προώθησή τους σε στρατόπεδα προσφύγων στη Μέση Ανατολή και την Αφρική, εξέλιξη που δεν θα μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση που δεν θα είχε ανακοπεί η προέλαση του Ρόμελ.
Βασικό σημείο της στρατηγικής των συμμάχων ήταν η παραπλάνηση των αντιπάλων τους για το σημείο όπου θα γινόταν η κυρίως επίθεση. Επικεφαλής ήταν ο Άγγλος στρατηγός Μπέρναρντ Μοντγκόμερυ.
Η συμμαχική επίθεση εκδηλώθηκε στις 22.00 το βράδυ της 23ης Οκτωβρίου 1942, χωρίς να γίνει εφικτό να διασπαστεί η αμυντική γραμμή των Γερμανών και των Ιταλών.
Αυτό κατορθώθηκε τη νύχτα 2 προς 3 Νοεμβρίου στο βόρειο τομέα και στο νότιο στις 3 Νοεμβρίου, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να υποχωρούν, αλλά και να αιχμαλωτίζονται.
Από ελληνικής πλευράς συμμετείχε και τμήμα του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος της Μέσης Ανατολής με την 1η Ταξιαρχία υπό τον συνταγματάρχη Παυσανία Κατσώτα, η οποία υπαγόταν στην βρετανική 50η Μεραρχία. Ο ελληνικός στρατός έκανε αρκετές παραπλανητικές επιθέσεις από τις 19 ως τις 23 Οκτωβρίου στο νότιο τομέα και δημιούργησε σημαντικές απώλειες στον εχθρό, διότι όπως προαναφέραμε υπήρχε σχέδιο παραπλάνησης του αντιπάλου για το σημείο όπου θα γινόταν η κύρια επίθεση.
Ακολούθως από τις 23 Οκτωβρίου έως τις 3 Νοεμβρίου, ο ελληνικός στρατός έκανε αρκετές επιδρομές και όταν άρχισε η υποχώρηση των αντιπάλων, ανέλαβε την καταδίωξή του προελαύνοντας σε βάθος 100 χιλιομέτρων.
Οι απώλειες των Συμμάχων ανήλθαν σε 3.500 νεκρούς και 10.000 τραυματίες. Οι απώλειες των ελληνικών δυνάμεων ανήλθαν σε 6 αξιωματικούς και 83 οπλίτες νεκρούς και 26 αξιωματικούς και 202 οπλίτες τραυματίες.
Oι εξελίξεις στον ελληνικό στρατό
Σύμφωνα με ευάριθμες μαρτυρίες, αλλά και ντοκουμέντα εκείνης της περιόδου, οι Εγγλέζοι προετοίμαζαν τον ελληνικό στρατό για τη μεταπολεμική περίοδο, σαν σώμα υποστήριξης του βασιλιά και της διαφύλαξης της δικιάς του επιρροής στην Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή. Έτσι αντί για θερμά σημεία του μετώπου, είχε αναλωθεί σε δευτερεύουσες δραστηριότητες (πχ φύλαξη αιχμαλώτων, ασκήσεις, κλπ). Μιλάμε για το στρατό ξηράς, γιατί το ναυτικό ήταν σε πλήρη επιχειρησιακή δράση. Όμως η συμμετοχή των Ελλήνων στη μάχη του Ελ Αλαμέιν και ο τρόπος που έγινε αυτή, άλλαξε σημαντικά την εικόνα για το αξιόμαχο του ελληνικού στρατεύματος στα μάτια των συμμάχων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ύπαρξη αξιωματικών προσκείμενων στους Εγγλέζους, άλλων που είχαν υπηρετήσει τη δικτατορία του Μεταξά, αλλά και αρκετών που ήταν σε αντιστοιχία με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δημιούργησε ένα εκρηκτικό μίγμα που σε άλλη φάση των εξελίξεων οδήγησε στον πρόδρομο των Δεκεμβριανών του 1944, την εξέγερση του ελληνικού στρατού και τη φυλάκιση τμήματός του στα λεγόμενα «σύρματα».
Από το βιβλίο «Αιγαιοπελαγίτες πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο» (εκδόσεις Νότιος Άνεμος, ISBN 9789609511568) και το σχετικό κεφάλαιο, θυμίζουμε τα όσα είχε περιγράψει ο Γιώργης Αθανασιάδης γράφοντας το βιβλίο Η πρώτη πράξη της ελληνικής τραγωδίας, το 1971 στο εξωτερικό, αφού στην Ελλάδα υπήρχε το δικτατορικό καθεστώς:
Οι Έλληνες παρακαλούσαν να πάνε στην πρώτη γραμμή και πολλοί μπήκαν «λάθρα» σε τμήματα μετακινούμενων Νεοζηλανδών που πήγαιναν στην πρώτη γραμμή, οι οποίοι συγκινήθηκαν και μεσολάβησαν, για να γίνει δεκτό το αίτημα της προώθησης του ελληνικού στρατού στο μέτωπο του Ελ Αλαμέιν, όπου τα ελληνικά τμήματα μπήκαν στη μάχη δύο ώρες πριν αρχίσει η γενική επίθεση. Τα 3⁄4 των νεκρών και τραυματιών ήταν οργανωμένοι στην ΑΣΟ. Την ώρα της μάχης οπαδοί της 4ης Αυγούστου, διοικητές του 1ου και 2ου τάγματος υπέβαλλαν τις παραιτήσεις τους, άλλοι έβριζαν χυδαία δημοκρατικούς οπλίτες και αξιωματικούς και ένας συνελήφθη έτοιμος να αυτομολήσει στους Γερμανούς με σχεδιαγράμματα συμμαχικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Μετά το Ελ Αλαμέιν και με τα γεγονότα αυτά ο ελληνικός στρατός εμποδίστηκε από τους Εγγλέζους να συμμετέχει και στάλθηκε αρχικά στην Αίγυπτο και μετά στον Λίβανο.
Παραθέτουμε (επίσης στο βιβλίο «Αιγαιοπελαγίτες πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο») ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από τις αναμνήσεις του Στρατή Ιωάννη Γρημανέλη από την Αγιάσο της Λέσβου (1921- 2000), που μας παραχώρησε ο Παναγιώτης Μ. Κουτσκουδής και τον ευχαριστούμε, το οποίο επιμελήθηκε ο ίδιος και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της Λέσβου «Νέο Εμπρός» στις 25-4-2007. Για λόγους οικονομίας χώρου κάναμε μικρές παρεμβάσεις, χωρίς να αλλάξει η ουσία.
Στη Μέση Ανατολή o Στρατής Γρημανέλης εκπαιδεύτηκε σαν μηχανικός αυτοκινήτων. Μετά βρέθηκε στην Παλαιστίνη. «Εκεί είχαν οργανώσει την ΑΣΟ (Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση)».
Εκεί περιγράφει: «Η ζωή κυλούσε με αρκετή δουλειά και αγωνία. Καμιά πρόοδος, κανένα σημάδι ότι ο πόλεμος τέλειωνε. Ο νους μας ήταν στην πατρίδα, που ζούσε κάτω από βαριά δουλεία. Τα λιγοστά νέα που μαθαίναμε στο Κάιρο για την κατάσταση στην Ελλάδα ήταν όλο και χειρότερα. Τέλος, μας απαγόρευαν και την έκδοση ενός ελληνικού περιοδικού που βγάζαμε στην αρχή, το ‘‘Έλλην’’.
Εμείς εδώ νόμιζες πως ήμασταν ένα άλλο είδος στρατού, λες και το έκαναν επίτηδες. Αντιθέτως, στο ανατολικό μέτωπο γίνονταν φοβερές μάχες. Ήδη είχε αρχίσει η πολιορκία του Στάλινγκραντ με χιλιάδες νεκρούς. Εμείς συνεχίσαμε τη δράση, περιπόλους δηλαδή, αλλά, αν εξαιρέσουμε τους βομβαρδισμούς, δεν ήταν τίποτα. Στο στρατόπεδο δεν κουραζόμασταν τόσο από τη δουλειά όσο από το άγχος που μας έτρωγε για την τύχη της Ελλάδας».
«Ο στρατός, όμως, άρχισε να ξυπνά. Ακουγόντουσαν τραγούδια για τη λευτεριά. Ρίχναμε προκηρύξεις. Αυτό ανησυχούσε και τους συμμάχους. Η πρώτη ταξιαρχία, ύστερα από την επιμονή της να πάει στο μέτωπο, είχε ήδη φθάσει στο Ελ Αλαμέιν και πήρε μέρος στις μάχες. Έτσι κι εδώ γινόταν αναβρασμός. Ο κόσμος ήθελε να πάει στο μέτωπο. Τις κινήσεις αυτές τις εκδήλωνε με προκηρύξεις και με το περιοδικό ‘‘Ο Έλλην’’. Δεν άρεσε ούτε στους συμμάχους ένας τέτοιος στρατός. Τον είχαν κατατάξει για άλλο προορισμό».
Επιμέλεια – αφιερώματος: Νάσος Μπράτσος
Φωτο από το περιοδικό Α.Ε.Ρ.Α. (αρχείο Ν.Μ)
http://bit.ly/2JXh8SE