Ένας εκ των κορυφαίων διαιτητών που ανέδειξε η Ελλάδα, ο Κύρος Βασσάρας, φιλοξενήθηκε στην «ΕΡΑ Σπορ» και αναφέρθηκε σε όλα τα θέματα που απασχολούν την ελληνική διαιτησία. Συγκεκριμένα, μίλησε για το ρόλο του ως μέλος της Επιτροπής Διαιτησίας της UEFA, για τα νέα ταλέντα στο χώρο διαιτησίας, ενώ έκανε και μια αναφορά για το πώς ήταν η διαιτησία παλαιότερα εν συγκρίσει με σήμερα. Στο τέλος, ο Κύρος Βασσάρας τόνισε ότι πρέπει να μπει το VAR στην Ελλάδα, αλλά χωρίς βιασύνη. «Αν κάθε διαιτητής έχει έξι κρίσιμα λάθη στην καριέρα του, τα πέντε μπορούν να αποφευχθούν με το VAR,» υπογράμμισε ο Κύρος Βασσάρας.
Aναλυτικά όσα δήλωσε ο Κύρος Βασσάρας στην ΕΡΑ Σπορ:
Για το αν του λείπει το… χορτάρι: «Εγώ ξέρω ότι ήμουν από τους τυχερούς, γιατί όταν σταμάτησα την ενεργώ δράση το καλοκαίρι του 2009 και αυτό ήταν λόγω τραυματισμού, ένα πρόβλημα που προήλθε στη μέση, αυτόματα μετά μπήκα στην επιτροπή διαιτησίας της UEFA και ήμουν υπεύθυνος ανάπτυξης τότε, στην Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία. Δηλαδή, ήταν τόσο άμεσος ο χρόνος επιστροφής στο γήπεδο. Θεωρώ πως ήμουν τυχερός πάνω σε αυτό το κομμάτι».
Για το ρόλο του ως μέλος της Επιτροπής Διαιτησίας της UEFA, εξήγησε: «Κύριος στόχος μου είναι η ανίχνευση ταλέντων. Επίσης, είμαι εκπαιδευτής στο κέντρο που στέλνονται από τις Ομοσπονδίες οι διαιτητές που έχουν τα φόντα να γίνουν διεθνείς. Στόχος μας είναι να αποκτήσουν την υποδομή και να είμαστε σίγουροι ότι θα έχουν τη βασική εκπαίδευση. Παρέχουμε τεχνογνωσία και έρχονται και παρακολουθούν και από άλλες Συνομοσπονδίες».
Για το αν υπάρχουν νέα ταλέντα στο χώρο της διαιτησίας, επισήμανε: «Σε κάθε χώρο υπάρχουν ταλέντα. Χθες ήμουν πολύ χαρούμενος με τον Στέφανο Τσιτσιπά και βρήκα στα λόγια του αυτά ακριβώς που έβλεπα κι εγώ όταν ξεκινούσα. Ότι ήθελα να περνώ τα σκαλοπάτια σοβαρά και με κόπο. Υπάρχουν ταλέντα, αλλά πρέπει να γίνεται καλή ανίχνευση και εκπαίδευση. Δεν μπορούν να παίξουν όλοι στην κορυφαία κατηγορία. Ταλέντο είναι αυτός που το αναγνωρίζει πρώτα μόνος του. Βεβαίως έχουμε και στην Ελλάδα ταλέντα. Τα ταλέντα γεννιούνται μέσα από τους χώρους του ερασιτεχνικού ποδοσφαίρου και όσο πιο δυνατά και ανταγωνιστικά πρωταθλήματα υπάρχουν τόσο πιο εύκολα μπορείς να βρεις κι ένα ταλέντο».
Για την ενασχόλησή του στο παρελθόν με την ανάπτυξη της ελληνικής διαιτησίας, ο Κύρος Βασσάρας εξήγησε: «Όταν ανέλαβα την εκπαίδευση ήταν για να κάνουμε καινούρια πράγματα στην ελληνική διαιτησία. Κάποιοι είχαν πει για μία επανάσταση. Το πρόγραμμα είχε να κάνει με την επιλογή, με την παρακολούθηση, τη σωστή εκπαίδευση, τον προγραμματισμό και τους κανόνες, οι οποίοι δεν μπορούν να αλλάζουν κάθε χρόνο. Έπρεπε να υπάρχει ένα μακρόπνοο πρόγραμμα. Σωστή εκπαίδευση, όχι μόνο για αυτούς που παίζουν αλλά και αυτών που τους κρίνουν. Το πρώτο πράγμα που άλλαξε ήταν ότι αυτός που ασχολείται με αυτό το άθλημα πρέπει να ξέρει καλά τους κανόνες. Αργότερα μπήκε το θέμα της φυσικής κατάστασης. Οι υπέρβαροι διαιτητές σταμάτησαν. Με ευχαρίστηση βλέπω ότι αυτό μένει και σήμερα, επομένως υπάρχουν οι βάσεις της ανάπτυξης. Όμως δεν μπορεί να βαφτίζονται διαιτητές ταλέντα τον πρώτο χρόνο, το δεύτερο χρόνο να φεύγουν από τον πίνακα και τον τρίτο να βγαίνει κάποιο άλλο. Άρα αυτό σημαίνει ότι μας λείπει ο προγραμματισμός».
Τι χρειάζεται ένας ταλαντούχος διαιτητής για να σταθεί σε υψηλό επίπεδο; «Ταλέντα βγαίνουν στις άγονες γραμμές, στα ξερά γήπεδα που πρόλαβα κι εγώ. Αυτά τα ταλέντα θα πρέπει να τσεκάρονται, να ελέγχονται και να προχωρούν. Το ότι εξελίχθηκε το ταλέντο και ότι ξέρει τους κανονισμούς και είναι γυμνασμένος δεν αρκεί. Ο διαιτητής θα πρέπει να έχει και καρδιά και προσωπικότητα για να σταθεί,» απάντησε ο Κύρος Βασσάρας.
Για το αν είναι οι Έλληνες διαιτητές φοβισμένοι, υπογράμμισε: «Ένας διαιτητής για να είναι φοβισμένος πρέπει κάτι να του λείπει. Ίσως είναι ανασφαλής ως χαρακτήρας, ίσως του λείπει η ψυχολογική προετοιμασία. Δυστυχώς, τα αυτονόητα στην Ελλάδα οι διαιτητές ακόμη τα διαπραγματεύονται και με λύπη μου ακούω ότι ακόμα είναι απλήρωτοι. Άρα, οι Έλληνες διαιτητές ξεκινούν αμέσως με ένα μείον και η αξιοπρέπεια τους είναι λίγο πιο κάτω όταν μπαίνουν στον αγωνιστικό χώρο. Από αυτούς περιμένουμε να είναι επαγγελματίες, αλλά οικονομικά δεν είναι επαγγελματίες, ενώ έχουν από πίσω τους οικογένειες. Εγώ θυσίασα το επάγγελμά μου για τη διαιτησία. Επομένως, οι διαιτητές έχουν να πάρουν πολλές αποφάσεις και πρέπει να είναι ψυχικοί ήρεμοι για να παίρνουν και σωστές αποφάσεις στον αγωνιστικό χώρο».
Για το τωρινό πρόγραμμα εκπαίδευσης της ελληνικής διαιτησίας, τόνισε: «Δεν ξέρω ακριβώς τι γίνεται. Ξέρω ότι συνεχίζεται ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης. Εγώ έκανα ένα σεμινάριο σε παρατηρητές διαιτησίας με διαδραστικό τρόπο. Ξέρω ότι γίνονται εκπαιδευτικοί κύκλοι και συνεχίζονται πολλά προγράμματα. Εγώ έφτιαξα δύο εκπαιδευτικούς κύκλους. Κάθε Δευτέρα γινόταν συγκέντρωση. Έφτιαχνα βίντεο με άγνωστες φάσεις. Προσπάθησα να φέρω πολύ κόσμο στις σχολές, φέραμε 2.600 διαιτητές, που ήταν ρεκόρ για τη FIFA. Όταν όμως φέρνεις αρκετούς διαιτητές, πρέπει και να επιλέξεις. Πρέπει να δεις και περιοχές που δεν βγάζουν διαιτητές, γιατί δεν βγάζουν. Είναι ένα τεράστιο μάνατζμεντ η διαιτησία».
Για το ότι επιλέχθηκαν ξένοι να στελεχώσουν την ΚΕΔ και το ρόλο των παρατηρητών, απάντησε: «Η ΕΠΟ επέλεξε να φέρει από το εξωτερικό ανθρώπους τους οποίους γνωρίζω. Έχουμε συνεργαστεί και έχουν τεράστια εμπειρία. Στην UEFA που διδάσκω έχω έρθει σε επαφή και με τους τρεις, είμαι σίγουρος ότι έχουν τη γνώση. Σαφώς δίνονται συμβουλές στους διαιτητές και πιστεύω ότι γίνεται ανάλυση. Ο παρατηρητής δεν είναι βαθμολογητής. Ο βαθμός δίνει μία εικόνα σε ποια επίπεδα βρισκόταν ο διαιτητής. Όσον αφορά στις συμβουλές, ο παρατηρητής πρέπει να καταγράψει τις παρατηρήσεις του και όταν ο διαιτητής επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη, τότε… επιλαμβάνεται η ίδια η Επιτροπή. Από τη μία, λοιπόν έχουμε διαιτητές παραδείγματα που διορθώνουν τα λάθη τους από υποδείξεις παρατηρητών, από την άλλη έχουμε διαιτητές αρνητικά παραδείγματα που δεν βελτιώνονται. Βέβαια, ένας κακός βαθμός μπορεί να σημαίνει ότι ένας διαιτητής έκανε ένα τεράστιο λάθος, που το είδε. Υπάρχει όμως και το τεράστιο λάθος που ο διαιτητής δεν το είδε. Αυτά τα δύο παίρνουν τον ίδιο βαθμό, αλλά δεν αξιολογούνται το ίδιο. Ο πρώτος θα καθυστερήσει περισσότερο να οριστεί ξανά».
Για την επιλογή του από την Ομοσπονδία της Ρουμανίας ως αρχιδιαιτητή, ο Κύρος Βασσάρας σχολίασε: «Χαίρομαι για την ανανέωση της εμπιστοσύνης τους. Ξεκίνησα με διαιτητές που δεν τους ήξερα. Σε αυτές τις περιπτώσεις εμπιστεύεσαι τους διαιτητές που βελτιώνονται. Κάθε μήνα έχω μίτινγκ και οι διαιτητές της Ρουμανίας έρχονται με δικά τους έξοδα από όλα τα μέρη διότι έχουν μεγάλη «δίψα». Τέσσερα χρόνια που είμαι στην Επιτροπή, έχουμε τέσσερις διαφορετικούς πρωταθλητές. Και το σύστημα έχει και πλέι οφ και πλέι άουτ που είναι για μένα πονοκέφαλος διότι σημαίνει περισσότερα παιχνίδια, περισσότεροι ορισμοί. Έχω ένα μοντέλο, το φτιάχνω, το τηρώ, το εφαρμόζω και το περνάω και από το πρόγραμμα «Erasmus» για να είναι πρότυπο όλων των αθλημάτων. Έχουμε πολλά παιχνίδια, άρα υπάρχει μεγάλη εμπειρία και στενή παρακολούθηση. Δεν παίζουν όλοι οι διαιτητές μου το ίδιο. Υπάρχουν τρεις κατηγορίες διαιτητών, όμως δεν ανακοινώνονται, είναι εσωτερική βαθμίδα. Αυτές οι κατηγορίες αλλάζουν με βάση την απόδοση των διαιτητών. Η τοπ κατηγορία διαιτητών παίζει τα περισσότερα παιχνίδια».
Για το αν υπάρχει VAR στη Ρουμανία, είπε: «Δεν υπάρχει για οικονομικούς λόγους. Είμαστε σύμφωνοι με το VAR, ήδη δύο από τους διεθνείς διαιτητές μου έχουν πάρει το licensing και τους στέλνω στο εξωτερικό για να παίρνουν την εμπειρία, είτε στο VAR room, είτε ως πρώτοι, είτε ως τέταρτοι».
Για την κριτική που ασκείται στους διαιτητές, ανέφερε: «Οι διαιτητές πάντα ασχολούνται με τις ιστοσελίδες, τον Τύπο, έτσι όμως έρχονται ενάντια στον ίδιο τους τον εαυτό. Η κριτική είναι καλή, θα την πάρεις και θα την αξιολογήσεις, δεν μπορεί όμως να σου επηρεάσει την πορεία».
Για την επιλογή να ορίζονται και ξένοι διαιτητές στην Ελλάδα, ο Βασσάρας κατέθεσε: «Με τίμησε η πρόσκληση να ασχοληθώ στη Ρουμανία, με επέλεξαν διότι ήθελαν μόνο Ρουμάνους διαιτητές. Αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να φτιάχνεις, να βρίσκεις και να προετοιμάζεις τους διαιτητές της χώρας για τα δύσκολα. Οι χώρες θα πρέπει να στηρίζονται στην εκπαίδευση και στην ανάπτυξη των διαιτητών τους. Για αυτό σου παρέχονται έμπειροι ξένοι εκπαιδευτές. Βέβαια, εδώ στην Ελλάδα υπήρχε κάποιος λόγος για να γίνει αυτό. Είναι και η δική μας συμπεριφορά, ο ποδοσφαιριστής και ο παράγοντας δεν αντιδράει το ίδιο σε λάθη των ξένων διαιτητών, όπως κάνει στους Έλληνες».
Τάσσεται υπέρ του VAR; «Είχα πει εξ αρχής θετικά λόγια για το VAR. Αν κάθε διαιτητής έχει έξι κρίσιμα λάθη στην καριέρα του, τα πέντε μπορούν να αποφευχθούν με το VAR. Δεν θα εξαλείψει όμως τα πάντα, μην περιμένει κάτι τέτοιο ο κόσμος, άλλωστε υπάρχει και ένα πρωτόκολλο χρήσης του, διότι μετά δεν θα έχουμε άθλημα,» εξήγησε και πρόσθεσε σχετικά με τη χρήση του VAR στην Ελλάδα: «Όταν ξεκινάει κάτι δεν θα πρέπει να ξεκινάει λειψά. Μην βιαζόμαστε πότε θα γίνει. Το πότε θα γίνει σωστά να μας ενδιαφέρει. Πρώτα πρέπει να γίνει offline και μετά να γίνει online, θα πρέπει οι διαιτητές να είναι στα ματς για να γίνεται εκπαίδευση, αυτή η διαδικασία είναι τρεις μήνες. Έχουν γίνει κάποια βήματα, αλλά αν δεν το δεις από μέσα να το νιώσεις. Και μη νομίζετε ότι οι καλύτεροι διαιτητές είναι καλοί και στο δωμάτιο και το αντίστροφο. Αυτό πρέπει να περπατήσει και να δουλευτεί να δεις τις αδυναμίες του και να το οργανώσεις. Είμαι θετικός, πρέπει όμως να μην βιαζόμαστε, αλλά να γίνει σωστά».
Στο τέλος, ο Κύρος Βασσάρας τοποθετήθηκε σχετικά με την πίεση που έχει το επάγγελμα του διαιτητή: «Αγαπάω τον διαιτητή διότι ξέρω τι περνάει. Χρειάζεται να έχουν εμπιστοσύνη και δύναμη και να προχωρούν χωρίς να φοβούνται τίποτα. Αυτός που μπαίνει στον αγωνιστικό χώρο μπορεί να έχει το άγχος της ευθύνης για τα πρώτα δύο λεπτά, μετά όμως δεν δικαιολογείται να έχει άγχος. Από αυτόν εξαρτάται πόσο ψηλά μπορεί να φτάσει κάνοντας την αυτοκριτική του μετά από κάθε αγώνα».
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ